Τρίτη 19 Ιουλίου! Μία συνηθισμένη ηλιόλουστη και ήρεμη μέρα θα λέγαμε…. Ή μάλλον έτσι φαινόταν μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο. Όχι μόνο δεν θα ήταν μία ημέρα σαν όλες τις άλλες, αλλά ήταν και θα είναι μια ημέρα που θα μείνει για πάντα αποτυπωμένη και ‘‘χαραγμένη’’ στο μυαλό, στα μάτια και στις ζωές όλων εκείνων των ανθρώπων που έζησαν αυτή την «πύρινη κόλαση»!
Όλα άρχισαν το μεσημέρι εκείνης της ματωμένης Τρίτης, που κανείς δεν θα ξεχάσει τα όσα έζησε…. Έκτακτο Δελτίο Ειδήσεων! «Μεγάλη φωτιά ξέσπασε στην Πεντέλη»!! Κάθε καλοκαίρι ο ίδιος τίτλος… γεγονός που προκαλεί δυσαρέσκεια, τεράστια Γιατί, και ερωτήματα σε όλους τους πολίτες.
Όλοι προσηλωμένοι στην τηλεόραση παρακολουθώντας τις εξελίξεις με το άγχος έντονο στο βλέμμα τους. Φόβος, αγωνία και μια μικρή ταραχή στο βλέμμα του κάθε ανθρώπου, που έβλεπε τις ειδήσεις με «ανοιχτό το στόμα».
Η φωτιά εξαπλώνεται ραγδαία, με τους ισχυρούς ανέμους να είναι αντίπαλοι στην κατάσβεση της πύρινης λαίλαπας. Η αγωνία και ο φόβος στα μάτια όλων είναι φανερή πλέον! Κανείς δεν μπορεί να κρύψει το δάκρυ και την αγανάκτησή του. Η φωτιά εξαπλώνεται προς Ντράφι και Ανθούσα με το μήνυμα να ηχεί σαν σειρήνα στα κινητά όλων των κατοίκων, ώστε να απομακρυνθούν από τα σπίτια τους, γιατί η φωτιά πλησιάζει επικίνδυνα. Κάποιοι τρομοκρατημένοι άνθρωποι μαζεύουν λίγα πράγματα, βάζουν μπρος το αμάξι και φεύγουν δίχως δεύτερη σκέψη. Άλλοι διστάζουν και αυτό, γιατί δεν θέλουν να αφήσουν τα σπίτια τους που με τόσο κόπο έχτισαν, ώστε να ριχτούν στη μάχη με τη φωτιά και να σώσουν ό,τι προλάβουν.
Γύρω στις 7 το απόγευμα…. Έξω επικρατεί πανικός. Άνθρωποι έχουν βγει στα μπαλκόνια και στους δρόμους, κοιτάζουν, απορούν, ανησυχούν για το τι θα γίνει, αλλά κανείς δεν μπορεί να τους δώσει μία απάντηση. Αποφασίζω να φύγω και εγώ από εκεί όπου βρισκόμουν και διέμενα, παίρνοντας λίγα πράγματα μαζί μου και πηγαίνοντας στο σπίτι των γονέων μου, ώστε να είμαστε όλοι μαζί και με την αδερφή μου. Στον δρόμο δεν συναντούσες τίποτε άλλο παρά καπνό, πυροσβεστικά οχήματα και περιπολικά με σκοπό να βοηθήσουν και να συντονίσουν την όλη κατάσταση αλλά και αυτοκίνητα πολιτών να φεύγουν για να σωθούν.
Γύρω στις 8:00 το βράδυ ακούμε να λένε «Η Ανθούσα και το Ντράφι έχουν τυλιχτεί στις φλόγες». Σοκ! Ίσα που πρόλαβα να φύγω και να καταφτάσω σε μία ασφαλή περιοχή. Η Ανθούσα τυλιγμένη στις φλόγες, η φωτιά εξαπλώνεται με ταχύτητα φωτός και απειλεί τα σπίτια των κατοίκων. Άνθρωποι να κλαίνε, να φωνάζουν και κάποιοι να μην αντέχουν το θέαμα και να λιποθυμούν, με τους πυροσβέστες να τους παρέχουν τις πρώτες βοήθειες. Οι ώρες περνούσαν αργά και βασανιστικά, με τον φόβο να εντείνεται και τη μαζική καταστροφή να κινείται με αυξημένη ταχύτητα. Και κάπως έτσι κυλάνε οι ώρες μέχρι και τις 12 περίπου το βράδυ…..
Οι άνεμοι όλο και δυναμώνουν, με τα εναέρια μέσα να έχουν σταματήσει πλέον να πετούν και να βοηθάνε στην κατάσβεση της «πύρινης κόλασης» που ολοένα και εξαπλώνεται, μόνο με τις πυροσβεστικές δυνάμεις του εδάφους, την Αστυνομία, εθελοντές και άτομα από το στρατό να ‘‘παλεύουν’’ όλη τη νύχτα με το «κόκκινο θηρίο» που ακούει στο όνομα Φωτιά.
Μία νύχτα κόλαση, μία μαύρη, ματωμένη νύχτα με τις ώρες να φαίνονται αιώνας περνώντας αργά και βασανιστικά.
Η ώρα 3:00 π.μ…. Μικροεκρήξεις λόγω έντασης της φωτιάς, άνθρωποι στους δρόμους, οικογένειες, φωνές, σειρήνες των πυροσβεστικών οχημάτων να καλύπτουν τις κραυγές.… Ένας πανικός, ένα χάος και ένα απέραντο Γιατί, ήταν τα τρία χαρακτηριστικά που μπορούσε να διακρίνει κάποιος στα βλέμματα όλων εκείνων των ταλαιπωρημένων ανθρώπων, εκείνο το βράδυ της 19ης Ιουλίου που….. κανείς δεν θα ξεχάσει ποτέ!
Νομίζω ότι κανείς δεν θα ξεχάσει τον φόβο, τις κραυγές, τα δάκρυα και την αγωνία των ανθρώπων που έζησαν από κοντά όλη αυτή την κόλαση και την ολική καταστροφή! Η ώρα περνάει….. αργά και βασανιστικά… Με τους δείκτες του ρολογιού να νομίζεις ότι είναι κολλημένοι…. Αλλά όχι, δεν ήταν! Ο χρόνος κυλούσε, αλλά όχι όπως θα ήθελες εκείνο το «ματωμένο βράδυ».
Η ώρα 6:00 π.μ !! Η ώρα που όλοι περιμέναμε έφτασε…. Το πρώτο φως της ημέρας είναι γεγονός. Τα πρώτα εναέρια μέσα είχαν ήδη απογειωθεί. Λίγο να σήκωνες το βλέμμα σου, έβλεπες μόνο ελικόπτερα να πετάνε, να εφοδιάζονται νερό και να ρίχνονται πάλι στη φωτιά για να τη σβήσουν. Ο θόρυβος μόνιμος στα αφτιά, για το υπόλοιπο της ημέρας μέχρι να πέσει πάλι το φως.
Τελικά…. Οι «κόκκινοι ήρωες» κατάφεραν να σβήσουν και την τελευταία εστίαση που μπορεί να υπήρχε!
Η φωτιά έσβησε… Αλλά ποτέ δεν θα σβήσουν οι μνήμες των ανθρώπων που βίωσαν κάτι τέτοιο. Θα μείνει για πάντα χαραγμένη εκείνη η ημέρα! Εκείνη η Τρίτη του Ιουλίου που πάγωσε τον χρόνο και τα βλέμματα πολλών ανθρώπων…..
Να θυμάσαι… Ο χρόνος αλλάζει πολλά πράγματα! Μα δε σβήνει ποτέ τίποτα…