Από πού προέρχεται η ονομασία «Σύνδρομο της Στοκχόλμης»;
Το Σύνδρομο της Στοκχόλμης ονομάστηκε για πρώτη φορά από τον καθηγητή Nils Bejerot. Ήταν 23 Αυγούστου 1973, όταν οπλισμένοι εγκληματίες εισέβαλλαν σε μία Τράπεζα στην Στοκχόλμη της Σουηδίας, οι οποίοι κράτησαν τρεις ομήρους, τρεις γυναίκες και έναν άντρα. Γύρω από τους ομήρους είχε τοποθετηθεί δυναμίτης και κρατήθηκαν στο θησαυροφυλάκιο της τράπεζας μέχρι και τις 28 Αυγούστου όπου και διασώθηκαν. Μετά από την απελευθέρωσή τους, οι όμηροι που είχαν βιώσει αυτή την τρομακτική κατάσταση, είχαν μία παράξενη συμπεριφορά, καθώς υποστήριζαν τους εγκληματίες και ένιωθαν φόβο για την αστυνομία, πίστευαν δηλαδή ότι οι δράστες τους προστάτευαν από την αστυνομία. Αξιοσημείωτο είναι ότι μία από τις τρεις γυναίκες αρραβωνιάστηκε τον έναν από τους δύο κακοποιούς και μία άλλα ίδρυσε ένα νόμιμο ταμείο υπεράσπισης, με σκοπό να συνδράμει στα έξοδα υπεράσπισης των κακοποιών. Στην ουσία, οι όμηροι παρουσίασαν ένα έντονο συναισθηματικό δέσιμο με τους ίδιους τους ληστές.
Τι είναι το Σύνδρομο της Στοκχόλμης;
Είναι μία σύνθετη ψυχολογική κατάσταση, ένα ψυχολογικό φαινόμενο, μία ψυχολογική αντίδραση στην αιχμαλωσία και την κακοποίηση, όπου τα θύματα απαγωγής εκφράζουν συμπάθεια και συμπόνια προς τους απαγωγείς ή κακοποιούς τους, φτάνοντας στο σημείο να υπερασπίζονται και να ταυτίζονται μαζί τους. Σύμφωνα και με το Σύστημα Βάσεων Δεδομένων Ομήρων του FBI διαπιστώνεται ότι περίπου το 8% των θυμάτων παρουσιάζουν ενδείξεις συνδρόμου της Στοκχόλμης.
Ποια είναι τα συμπτώματα του Συνδρόμου της Στοκχόλμης;
Τα συμπτώματα ποικίλουν. Το Σύνδρομο της Στοκχόλμης δεν αποτελεί επίσημη ψυχική νόσο.
- Αρχικά, η συμπόνια φαίνεται να είναι αρκετά συνηθισμένη και να αναπτύσσεται τις περισσότερες φορές από την πλευρά του ομήρου προς το πρόσωπο τού απαγωγέα.
- Συνήθως, τείνουν να υιοθετούν τους ίδιους στόχους με τους κακοποιούς, παράλληλα αρνούνται να του προδώσουν ακόμα και αν τους δοθεί η ευκαιρία, δείχνοντας τη διάθεσή τους για Μη συνεργασία με τις Αρχές, την οικογένεια και τα φιλικά τους πρόσωπα.
- Τα θύματα προσπαθούν να ταυτιστούν με τους επιτιθέμενους. Αυτή η διαδικασία θεωρείται μία προστατευτική αντίδραση, η οποία βασίζεται στη σκέψη ότι ένα κακοποιός δεν μπορεί να βλάψει έναν όμηρο εφόσον τον υποστηρίζει και τον βοηθάει.
- Η μακροχρόνια διαμονή του ατόμου ως κρατούμενος, μπορεί να οδηγήσει στο γεγονός ότι ο δράστης δεν εμφανίζεται στο θύμα ως άτομο που παραβίασε τον Νόμο, αλλά ως ένα συνηθισμένο άτομο με προβλήματα, όνειρα και προσδοκίες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το θύμα να πιστέψει ότι ο δράστης είναι λογικός και τα σκέφτεται σωστά.
Μετά την απελευθέρωσή του, ένα άτομο με Σύνδρομο Στοκχόλμης μπορεί να συνεχίσει να έχει θετικά συναισθήματα για τον απαγωγέα του, παρουσιάζοντας επίσης κατάθλιψη, άγχος ή ακόμα και Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες (PTSD).
Ποιοι είναι οι λόγοι που το θύμα αγαπάει τον θύτη/κακοποιητή ή απαγωγέα του;
Το συναισθηματικό δέσιμο που αναπτύσσεται μεταξύ θύτη και θύματος είναι στην ουσία μία στρατηγική επιβίωσης για τον άνθρωπο που έγινε θύμα κακοποίησης και φόβου. Από ψυχολογική άποψη, το άτομο που γίνεται θύμα, φέρεται να ενεργεί και φέρεται εντελώς ασυνείδητα, όπως θα λειτουργούσε και ένα βρέφος για να επιβιώσει. Όπως ένα βρέφος δημιουργεί ένα συναισθηματικό δεσμό με έναν ενήλικα προκειμένου να αυξήσει τις πιθανότητες ο ενήλικας να το φροντίσει, έτσι και στην περίπτωση του θύματος, το ίδιο αναπτύσσει έναν συναισθηματικό/ψυχολογικό δεσμό με το θύτη του, καθώς είναι ο μόνος τρόπος ώστε να αυξήσει τις πιθανότητες να επιβιώσει. Ουσιαστικά, το θύμα ενεργεί αμυντικά, καθώς επικρατεί το ένστικτο της επιβίωσης και μην ξεχνάμε ότι βρίσκεται σε μία κατάσταση ανισορροπίας, αστάθειας, αβεβαιότητας και αδυναμίας.
Πότε δημιουργείται και εμφανίζεται το Σύνδρομο της Στοκχόλμης;
Δεν εμφανίζεται πάντα ούτε σε κάθε περίπτωση ομηρίας ή κακοποιητικής σχέσης. Υπάρχουν τέσσερις καταστάσεις που καθορίζουν την εμφάνιση αυτού του Συνδρόμου:
- Η αίσθηση του θύματος ότι υπάρχει μία μικρή καλοσύνη από τον θύτη προς το θύμα.
- Η αίσθηση του θύματος ότι δεν έχει άλλη επιλογή για να ξεφύγει από αυτή την κατάσταση.
- Η αίσθηση του θύματος ότι απειλείται η φυσιολογική και ψυχολογική του επιβίωση, πιστεύοντας ότι ο θύτης θα «εκτελέσει» την απειλή του.
- Η απομόνωση του θύματος από τη γνώμη των άλλων ατόμων εκτός από του θύτη.
Σε ποιες περιπτώσεις εμφανίζεται αυτό το Σύνδρομο;
Το Σύνδρομο της Στοκχόλμης μπορεί να θεωρηθεί ως μία μορφή τραυματικής συγκόλλησης, η οποία περιγράφει ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς που αναπτύσσονται μεταξύ δύο ατόμων, όπου ένα ή περισσότερα πρόσωπα παρενοχλεί, χτυπάει, απειλεί, κακοποιεί ή και εκφοβίζει το άλλο άτομο.
Συγκεκριμένα, μπορεί να εμφανιστεί σε καταστάσεις που υπάρχει σχέση θύτη-θύματος, εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου. Σε περιπτώσεις όπως:
- Κακοποίηση γυναικών και παιδιών
- Θύματα αιμομιξίας
- Φυλακισμένοι πολέμου
- Σχέσεις που βασίζονται στην εξουσία και τον φόβο
Το Σύνδρομο της Στοκχόλμης παρατηρείται και σε άλλες καταστάσεις, όπως στην ενδοοικογενειακή βία αλλά και σε εκδιδόμενες γυναίκες προς το άτομο που το διακινητή τους. Τα άτομα που βιώνουν βία μέσα στην οικογένεια, είναι παγιδευμένα σε μια κακοποιητική σχέση, όπως είναι και μια συνθήκη ομηρίας. Το λεγόμενο «Οικιακό Σύνδρομο Στοκχόλμης», εντοπίζεται σε καθημερινές καταστάσεις, όπου οι γυναίκες που επιβιώνουν από τη βία και την επιθετικότητα, στη συνέχεια υφίστανται προσκόλληση προς τον κακοποιό τους. Παρόμοια κατάσταση μπορεί να αναπτυχθεί μεταξύ γονέα και παιδιού.
Οι λόγοι μπορεί να είναι πολλοί, στο «Γιατί ένα παιδί παραμένει σε μία κακοποιητική σχέση υπομένοντας μία κακοποιητική συμπεριφορά»; Σίγουρα, πρωταρχικός λόγος είναι ο φόβος. Επίσης, επικρατεί η αγάπη και η απέχθεια μαζί. Η αγάπη, επειδή η κοινωνία έχει διδάξει ότι θα πρέπει να αγαπάμε τους γονείς άνευ όρων και επειδή μερικές φορές τείνουμε να κρατάμε τα θετικά από ότι τα αρνητικά. Έτσι επικρατεί μία σύγχυση, καθώς ένα παιδί βιώνοντας μία κακοποιητική συμπεριφορά σε όλη του τη ζωή, δύσκολα μπορεί να διαχωρίσει το φυσιολογικό από το μη, γιατί πολύ απλά δεν τα έχει γνωρίσει, ώστε να μπορεί να τα ξεχωρίζει.
Υπάρχει θεραπεία για το Σύνδρομο της Στοκχόλμης;
Η Ψυχοθεραπεία και η φαρμακευτική αγωγή μπορούν να βοηθήσουν το άτομο ως προς την ανακούφιση των συμπτωμάτων της κατάθλιψης, του άγχους και του Μετατραυματικού Στρες. Είναι καλό να απευθυνθούν και να συνεργαστούν με Ψυχολόγο και Ψυχίατρο, σε συνδυασμό, καθώς μόνο ο Ψυχίατρος μπορεί να συνταγογραφήσει.