«Mη δίνεις σημασία, θα του περάσει». Είναι αυτή μια ασφαλής συμβουλή σε έναν γονιό που βλέπει ότι το παιδί τραυλίζει; Σίγουρα όχι! Πώς μπορεί όμως ο γονιός να είναι σίγουρος ότι πρόκειται για τραυλισμό και όχι για κάποια παροδική φάση, σε ποια ηλικία εμφανίζεται ο τραυλισμός και ποια είναι τα σημάδια του;
Τα πρώτα συμπτώματα τραυλισμού εμφανίζονται συνήθως στην ηλικία 2-2,5 χρόνων, χωρίς ωστόσο να είναι σπάνιο παιδιά να ξεκινούν να τραυλίζουν και σε μεγαλύτερες ηλικίες. Για όλα σχεδόν τα παιδιά που ξεκινούν να τραυλίζουν έχει προηγηθεί μια περίοδος ομιλίας χωρίς τραυλισμό και η έναρξη μπορεί να είναι απότομη ή σταδιακή.
Τα πρώτα συνήθη σημάδια είναι η επανάληψη μικρών λέξεων όπως τα άρθρα και οι σύνδεσμοι (τη-τη-τη-τη-τη μπάλα θέλω) και η επανάληψη συλλαβής (δώ-δώ-δώ-δώσε μου τη μπάλα). Σπανιότερα εμφανίζονται η επιμήκυνση φθόγγων (θθθθθθθθθέλω να παίξουμε) ή κολλήματα (κ/κ/καλημέρα), συνήθως στο πρώτο γράμμα της λέξης. Η ένταση των συμπτωμάτων είναι ορισμένες φορές τόσο μεγάλη που το παιδί, πιέζοντας να βγάλει τη λέξη, κάνει μυϊκές συσπάσεις του στόματος, του προσώπου ή των ματιών. Τα συμπτώματα μπορεί να εξαφανίζονται για ένα διάστημα, δίνοντας την εντύπωση ότι η δυσκολία ξεπεράστηκε, για να επανέλθουν μετά από κάποιο διάστημα στην ίδια ή με διαφορετική μορφή.
Συχνά η συμβουλή που δίνεται στους γονείς είναι να αγνοήσουν τα συμπτώματα, ώστε το παιδί να μην καταλάβει ότι κάτι συμβαίνει με την ομιλία του και ότι με αυτόν τον τρόπο ο τραυλισμός «θα περάσει».
Η συμβουλή “θα περάσει” ταυτίζεται με την επιθυμία των γονέων αλλά δεν είναι η ασφαλέστερη.
Ένας λόγος για αυτό είναι ότι πολλά παιδιά καταλαβαίνουν ότι δυσκολεύονται και έχουν ανάγκη να αναγνωρίσεις την ανησυχία τους για να καθησυχαστούν. Ο κυριότερος όμως λόγος είναι ότι, ενώ τα περισσότερα παιδιά θα ξεπεράσουν τη δυσκολία σε σύντομο χρόνο, υπάρχουν και άλλα που έχουν υψηλό κίνδυνο εμμονής του τραυλισμού. Για τα παιδιά υψηλού κινδύνου απαιτείται άμεση παρέμβαση. Η διάκριση μεταξύ της «φυσιολογικής δυσροής» που είναι παροδική και του «εξελικτικού τραυλισμού» που εμμένει, είναι αρκετά δύσκολη ακόμα και για τους ειδικούς. Οι έρευνες καταδεικνύουν τους παράγοντες που υποδηλώνουν ότι τα συμπτώματα που εμφανίζει το παιδί ενέχουν τον κίνδυνο εμμονής. Μεταξύ άλλων, παράγοντες κινδύνου εμμονής είναι:
Η κληρονομικότητα: Ο τραυλισμός είναι 3 φορές πιο συχνός σε οικογένειες που υπάρχει ιστορικό τραυλισμού.
Το φύλο: Ο τραυλισμός είναι 4 φορές πιο συχνός στα αγόρια από ό,τι στα κορίτσια.
Η παρουσία δυσκολιών στην ομιλία: Δηλαδή, το παιδί, εκτός των συμπτωμάτων τραυλισμού, δε μιλά καθαρά, αντικαθιστά σύμφωνα με αποτέλεσμα οι άλλοι να μην το καταλαβαίνουν.
Η εξέλιξη του τραυλισμού: Ο τραυλισμός παραμένει ο ίδιος ή χειροτερεύει με την πάροδο του χρόνου.
Η εξέλιξη του λόγου του παιδιού (λεξιλόγιο, σύνταξη, έκφραση): Παιδιά με γλωσσικές ικανότητες πιο μπροστά ή πιο πίσω από τις ικανότητες των συνομήλικων παιδιών έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο.
Ο βαθμός ανησυχίας των γονέων: Γονείς που ανησυχούν πολύ για την εμφάνιση του τραυλισμού και δυσκολεύονται να διαχειριστούν τη στιγμή που το παιδί κολλά ή δυσκολεύονται να διαχειριστούν το δικό τους συναίσθημα.
Η αντίληψη της δυσκολίας από το παιδί και η αντίδρασή του στο γεγονός του τραυλισμού: (για παράδειγμα κλείνει το στόμα με το χέρι, μιλά λιγότερο ή καθόλου, έχει αλλάξει η συμπεριφορά του)
Ο χρόνος που έχει μεσολαβήσει από την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων: Διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών εμπνέει ανησυχία, ακόμα κι αν τα συμπτώματα πάνε κι έρχονται ή είχαν τελείως εξαφανιστεί κάποια περίοδο.
Σε κάθε περίπτωση η έγκαιρη και κατάλληλη διερεύνηση της δυσκολίας οδηγεί στον καταλληλότερο χειρισμό και ελαχιστοποιεί τον κίνδυνο ο τραυλισμός να καταλήξει να είναι ένα μόνιμο χαρακτηριστικό της ομιλίας του παιδιού.
Πηγή: travlismos.gr