Η εξουσία αποτελεί μία πριμοδοτημένη θέση ορισμένων ατόμων, που έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν τη βούληση τους στα υπόλοιπα μέλη μιας κοινωνίας. Μια τέτοια θέση μπορεί να κατέχεται από ποικίλες προσωπικότητες, των οποίων η δύναμη αντλείται μέσω του επαγγέλματος τους, ή του ρόλου που διαδραματίζουν μέσα σε μία κοινωνία. Αυτή η δύναμη άλλοτε είναι ωφέλιμη για το κοινωνικό σύνολο και άλλοτε εξαιρετικά βλαβερή και επικίνδυνη.
Το παρόν άρθρο πραγματεύεται το ζήτημα της άσκησης εξουσίας από τα μέλη της εκκλησίας, και πιο συγκεκριμένα τους ιερείς, πάνω σε ανήλικα παιδιά. Πριν από λίγες ημέρες γνωστοποιήθηκε η υπόθεση ενός 49χρονου ιερέα στο Αγρίνιο, ο οποίος είχε ασελγήσει στο παρελθόν πάνω σε δύο ανήλικα κορίτσια και επιπλέον βρέθηκε στην κατοχή του υλικό παιδικής πορνογραφίας. Οι ενήλικες πλέον κοπέλες αποφάσισαν να καταγγείλουν την σεξουαλική κακοποίηση που δέχθηκαν, παρακινούμενες από το κίνημα #metoo, που ήρθε στην χώρα μας τον τελευταίο χρόνο.
Κατά τα προηγούμενα έτη, έχουν υπάρξει πολλές υποθέσεις σχετικές με σεξουαλικές επιθέσεις και κακοποιήσεις ανηλίκων, προερχόμενες από μέλη της εκκλησιαστικής κοινότητας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Τα νούμερα βέβαια παραμένουν σκοτεινά, καθώς η συγκάλυψη καθίσταται έντονη σε τέτοιες περιπτώσεις. Επιπλέον, πολλές φορές τα ανήλικα παιδιά εξαπατώνται λόγω του νεαρού της ηλικίας τους, με αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζουν ότι θυματοποιούνται και κακοποιούνται από έναν ενήλικα που φαινομενικά τους προσφέρει αγάπη και γνώση, επομένως οι μαρτυρίες αυτομάτως μειώνονται, καθώς οι λεπτές γραμμές ανάμεσα στο ενδιαφέρον και την εκμετάλλευση παραμένουν θολές υπό τον παιδικό τρόπο σκέψης.
Όσοι προβαίνουν σε σεξουαλικές επιθέσεις και βιασμούς ανηλίκων γνωρίζουν πολύ καλά τη θέση ισχύος την οποία κατέχουν, και γι’ αυτόν τον λόγο δεν υπάρχει κανένα είδος αυτοελέγχου των πράξεων τους. Επιπλέον, σε μία χώρα που ο θεσμός της Εκκλησίας συχνά συγχέεται με την θρησκεία και τα ήθη που πρεσβεύει, δεν είναι πάντοτε εφικτό να διαχωριστεί το σημαντικό κοινωνικό έργο των ιερέων από αυτό που προκαλεί τραύματα. Οι γονείς που εμπιστεύονται τα παιδιά τους σε κληρικούς, το επιλέγουν με σκοπό να τα φέρουν σε επαφή με τον Θεό και τον Χριστιανισμό, μη γνωρίζοντας ότι η ορισμένοι δεν ακολουθούν πάντα πιστά το δόγμα της θρησκείας, αντ΄αυτού παρεκκλίνουν των εντολών της και πράττει με εγωιστικά κίνητρα εις βάρος των παιδικών ψυχών.
Όσοι ασελγούν σε ανήλικα παιδιά χρησιμοποιώντας την εξουσία του επαγγελματός τους ονομάζονται σεξουαλικά αρπακτικά. Σεξουαλικά αρπακτικά διότι εκμεταλλεύονται την θέση εξουσίας τους και την εμπιστοσύνη της κοινότητας τους, ώστε να κάνουν πραγματικότητα τις παρεκκλίνουσες φαντασιώσεις τους. Η αποπλάνηση ανηλίκου γίνεται έτσι «θέλημα Θεού».
Τα σεξουαλικά αρπακτικά γνωρίζουν ότι αυτή η κουλτούρα αποσιώπησης θα τα διασώσει από οποιαδήποτε τιμωρία. Ενθαρρύνονται από το γεγονός ότι κανείς δεν τα καθιστά υπαίτια των τεκταινόμενων και από το γεγονός ότι είναι δύσκολο να εντοπιστούν με επιτυχία. Ένα σεξουαλικό αρπακτικό δεν έχει ένα συγκεκριμένο προφίλ. Μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε, συνήθως άτομο που είναι γνώριμο και κοντά στο παιδί. Δεν ελκύεται αποκλειστικά από παιδιά. Μπορεί ταυτόχρονα να διατηρεί μια ενήλικη σεξουαλική σχέση ή έναν γάμο. Και αυτό καθιστά αυτό το άτομο ακόμα πιο επικίνδυνο, καθώς μπορεί να κρυφτεί κάτω από ένα πέπλο «καλοκαγαθίας και κανονικότητας», ενώ στην πραγματικότητα διατηρείται μεταμφιεσμένο και βρίσκεται σε αναζήτηση για το επόμενο ανήλικο θύμα του. Το πέπλο αυτό για τους ιερείς, ονομάζεται «θρησκεία». Και στο όνομα της, επιτελούνται επαίσχυντες και μιαρές, για την ψυχή και το σώμα των παιδιών, πράξεις.
Η κοινωνία οφείλει στα παιδιά ένα ασφαλές περιβάλλον και μια πιο αυστηρή αντιμετώπιση τέτοιων δραστών, καθώς μέχρι στιγμής έχει παρατηρηθεί ότι δεν αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα επιβλητικές ποινές. Έχει επίσης σημειωθεί πώς ακόμα και αν οι δράστες ιερείς αφορισθούν από την Εκκλησία, παραμένουν ελεύθεροι και απασχολούνται σε άλλες θέσεις εργασίας, εφόσον η κοινωνική κατακραυγή τους είναι κατά βάση μικρής έκτασης. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει το λόγο που η πίστη στην θρησκεία είναι επικίνδυνο να είναι άρτια συνυφασμένη με την αφοσίωση στην Εκκλησία, καθώς έχει αποδειχθεί ότι πρόκειται για έναν προβληματικό θεσμό ο οποίος χρήζει άμεσης ανακατάταξης στους κανόνες και τους νόμους του, και συχνά ουδεμία σχέση δεν έχει με τις παραβολές που πρεσβεύει το δόγμα του Χριστιανισμού. Η οποιαδήποτε εκμετάλλευση ή κακοποίηση μιας παιδικής προσωπικότητας, ενός παιδικού σώματος και μιας παιδικής ψυχής πρόκειται για σοβαρότατο αδίκημα, που κανείς Θεός ποτέ δεν θα επέτρεπε.
Πηγή: CSIi.gr