“Ήταν η αρχή του πολέμου. Ενός πολέμου που, όπως όλοι οι πόλεμοι για τους οποίους έχουμε διαβάσει στην ιστορία, ήταν άδικος και κακός. Οι άνθρωποι είχαν βάλει στην άκρη όλα εκείνα που τους ένωναν και θυμήθηκαν ξαφνικά εκείνα τα λίγα που τους χώριζαν. Οι άνθρωποι πάντα προσπαθούν να κατακτήσουν κι άλλα. Έτσι, σε αυτό τον πόλεμο όσοι ήμαστε Έλληνες έπρεπε να φύγουμε από τα σπίτια μας.”
Έχετε ποτέ ακούσει τον όρο “διαγενεαλογικό τραύμα της Μικρασιατικής Καταστροφής“; Λένε πως το ψυχολογικό τραύμα της προσφυγιάς μεταβιβάζεται από τη μία γενιά στην άλλη και πως η εμπειρία του διωγμού επιδρά ακόμη και στην τρίτη γενιά απογόνων! Ε, λοιπόν, εγώ ανήκω σε αυτή την τρίτη γενιά μιας που η προγιαγιά μου, παιδί τότε, μπήκε σε μια βάρκα κατά την καταστροφή της Σμύρνης και έφθασε στην Ελλάδα! Μπορεί να μην την γνώρισα ποτέ, αφού πέθανε πριν γεννηθώ, μα τον πόνο της μπορώ να τον φανταστώ σαν να ήταν δικός μου!
Πώς άραγε αφήνει κανείς το σπίτι του και ταξιδεύει ‘στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα’; Ας γελάσω, μου επιτρέπετε… Έλληνες εκεί – Τουρκόσποροι εδώ! Πώς γίνεται να θαρρείς πως θα γυρίσεις κάποτε στον τόπο σου και θάβεις όλο σου το βιος στο χώμα για να το βρεις ξανά; Μόνο επειδή δεν θες να πιστέψεις πως συντελείται κάτι τόσο απ-άνθρωπο από ανθρώπους! Πώς επιβιώνεις ψυχολογικά από τον εκριζωμό; Αλίμονο αν θα μάθω ποτέ! Πώς γίνεται οι λαοί να έχουν τόσο ‘κοντή’ μνήμη και να μη σκέφτονται πως ό, τι συμβαίνει τώρα στα σύνορα της Ευρώπης έχει ξανασυμβεί σε εμάς τους ίδιους; Ήμουν πάντα πολύ περήφανη για την καταγωγή μου και όταν με ρωτούν από πού είμαι, λέω δυνατά πως οι ρίζες μου χάνονται στους τόπους… Σμύρνη – Πόντος – Αταλάντη – Σαντορίνη! Παππούδες σωρό, χωριό κανένα, περιουσία μηδαμινή μα η καρδιά μου είναι ελεύθερη να αγαπά και να αισθάνεται!
Πολλά τα βιβλία που έπεσαν φέτος στα χέρια μου – γιατί το επιδίωξα – για την 100η επέτειο από την καταστροφή της Σμύρνης αλλά αυτό το συγκεκριμένο με κέντρισε στην καρδιά λίγο παραπάνω! Γιατί μιλά για παιδιά, γιατί μιλά για συλλογική μνήμη, γιατί μιλά για κορίτσια και έχω τρεις γενιές κοριτσιών πίσω μου (προγιαγιά, γιαγιά, μαμά) και ένα κορίτσι μπροστά μου, την κόρη μου, και όλες αισθανόμασταν και αισθανόμαστε την αδικία και τη χαρά όταν τις βιώνουμε!
Βάνα και Ρένια, δημιουργήσατε ένα κομψοτέχνημα. Σας ευχαριστώ!
ΜΕΛΗ ΚΑΙ ΜΕΛΕΚ
Συγγραφέας: Βάνα Μαυρίδου
Εικονογράφος: Ρένια Μεταλληνού
Προτεινόμενη ηλικία: 8+
Εκδόσεις Διόπτρα
“Η Μέλη αγαπάει πολύ την κούκλα της, τη Μελέκ. Την έχει φτιάξει η γιαγιά της και δεν την αποχωρίζεται ποτέ…
Ωστόσο, κάποιες φορές, οι συνθήκες ανατρέπουν τα πάντα γύρω μας…
Τον Σεπτέμβρη του 1922, η Μέλη θα μάθει να ζει χωρίς τη Μελέκ, μακριά από το σπίτι της και από τα αγαπημένα της πρόσωπα…
Μέσα στην καρδιά της όμως –και στη δική της και στης Μελέκ– θα ζει πάντα η αγάπη. Και μια αγάπη αληθινή μπορεί να δώσει ξανά ζωή σε όλα…
Μια ιστορία μνήμης και ανθρωπιάς… 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή.”
Η ιστορία μας δεν ξεκινά τότε…
Η ιστορία μας ξεκινά στη σύγχρονη εποχή…
Με ένα κλικ, ένα μπιπ κι ένα νταπ ντουπ ξεκινά η αφήγηση της ιστορίας μας… Ένας φορητός υπολογιστής, mails, πίνακας αναχωρήσεων, ένα ταξίδι με αεροπλάνο και ηχογραφημένα μηνύματα φέρνουν το παρελθόν και το παρόν στην ίδια νοητή γραμμή! Κάπως έτσι, ή μάλλον με πολλούς και πανέξυπνους αφηγηματικά τρόπους, προσπίπτει στην αντίληψή μας η ιστορία της Μέλη και της κούκλας της, της Μελέκ, μα επίσης και η ιστορία της Αϊσέ, της Μελίτας, της Σίλα, του Νικόλα, της Διδώς!
Το βιβλίο το διάβασα μόνη μου! Η κόρη μου είναι μόλις 7 και ο γιος μου ακόμη μικρότερος. Το βιβλίο το διάβασα μόνη μου και έκλαψα μόνη μου. Πολύ. Γιατί η συγγραφέας κατάφερε να με ταξιδέψει, να με παρασύρει, να με κερδίσει, να με ‘νανουρίσει’ με την ευγένεια και την καλοσύνη της αλλά και να με αφυπνίσει· να μου πει με τον τρόπο της “Μην ξεχάσεις ποτέ! Εγώ, εσύ, όλοι μας· πρέπει να διατηρήσουμε τη μνήμη!” Το συγκινησιακό φορτίο είναι τεράστιο για εμένα αλλά για την κόρη μου ή τις ανηψιές μου δεν θα είναι το ίδιο, οπότε όταν είναι σε ηλικία να το διαβάσουν θα τους το κάνω δώρο και ξέρω πως θα είναι πολύτιμο! Κάθε κείμενο που προχωρά τη σκέψη μας είναι πολύτιμο άλλωστε!
Δε θέλω να σας πω πολλά για το βιβλίο αυτό καθεαυτό. Το έχω διαβάσει καιρό μα περίμενα οι εντυπώσεις του να γίνουν κτήμα μου για να σας το παρουσιάσω. Μπορώ, όμως, να σας δώσω μια ιδέα μέσα από μικρές φράσεις που με συγκλόνισαν – η καθεμία για διαφορετικούς λόγους!
* Το σπίτι μας ήταν χτισμένο στο τέλος ενός μικρού, αδιέξοδου, πλακόστρωτου δρόμου. (…) Είχε πολλές πόρτες για να μπαίνουν πολλές χαρές, όπως έλεγε η γιαγιά.
* Η ζωή μας ήταν ήρεμη και προβλέψιμη, μα καθόλου βαρετή. Περνούσαμε ωραία, ακόμα κι αν κάναμε κάθε μέρα σχεδόν τα ίδια πράγματα.
* ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΙ ΕΧΟΥΜΕ, ΑΛΛΑ ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ.
* (…) όλοι είμαστε ίσοι στη ζωή. Όποια γλώσσα κι αν μιλάμε, όπου κι αν είμαστε, όπως κι αν ζούμε.
* Γιατί τίποτα δε χάνεται όσο εμείς το κρατάμε ζωντανό στο μυαλό και στην καρδιά μας.
Βλέπετε, όταν συνδέομαι με ένα κείμενο και οι λέξεις αλλά και οι εικόνες που το συνοδεύουν με αγγίζουν βαθιά, είναι πρόκληση για εμένα να σας το παρουσιάσω… Πώς μπορώ να εκφράσω πόσο μου άρεσε ή πώς να πω πως τέτοια λογοτεχνία αξίζει στα παιδιά μας; Μερικές φορές τα δικά μου λόγια είναι φτωχά! Γι’αυτό ρωτάω τους ίδιους τους συντελεστές του βιβλίου, χιχι!
Η συγγραφέας Βάνα Μαυρίδου είχε την ευγένεια να μου απαντήσει με ειλικρίνεια σε μία ‘ιδιόμορφη’ ερώτηση και μαζί με το ‘ευχαριστώ τόσο μα τόσο πολύ’ που της χρωστώ, να της ζητήσω κι ένα ‘συγγνώμη’ που δεν κατάφερα να ολοκληρώσω την παρουσίαση νωρίτερα (ξέρει εκείνη!)
Κ.Θ: Πρόσφατα βρέθηκες στην Έκθεση Βιβλίου στο Ζάππειο, όπου και παρουσίασες το” Μέλη και Μελεκ” στο κοινό. Η επαφή με τον κόσμο φαντάζομαι θα ήταν αναζωογονητική! Ορμώμενη από τις δικές μου αναμνήσεις και τις συζητήσεις που κάνω όταν βρίσκομαι με κόσμο μπροστά σε βιβλία θα ήθελα να βυθιστούμε μαζί σε ένα σενάριο που σε ξαναπηγαίνει πίσω σε εκείνη τη μέρα: Στέκεσαι πίσω από τον πάγκο των εκδόσεων και ενώ κόσμος πολύς συρρέει, παρατηρείς ένα παιδί να χαϊδεύει το βιβλίο σου και να σχολιάζει με φίλους το εξώφυλλο και την περίληψη. Χαίρεσαι· φαίνεται στα μάτια σου και στο χαμόγελο που σχηματίζεται στα χείλη σου! Το παιδί δεν ξέρει πως εσύ είσαι η συγγραφέας και σε ρωτάει ‘Ξέρετε, είναι καλό;’ Τι απαντάς; Δεν το πουλάς απαραίτητα, αλλά λες την αλήθεια σου! Τι κάνει το δικό σου βιβλίο ξεχωριστό ανάμεσα στα επετειακά βιβλία που κυκλοφόρησαν φέτος για την καταστροφή της Σμύρνης και τον ξεριζωμό των Ελλήνων;
Β.Μ: Θα έπιανα το βιβλίο στο χέρι και θα ζητούσα στο παιδί να ξεφυλλίσουμε παρέα. Γυρνώντας μια μια τις σελίδες θα παρατηρούσα μαζί του τις εικόνες και θα το έπιανα από το χέρι να ταξιδέψουμε μαζί σε εκείνη την αλλοτινή εποχή, που τα ρούχα ήταν πιο φουσκωτά και τα παιχνίδια λιγότερο πλουμιστά. Θα μυρίζαμε τα κουλουράκια της γιαγιάς, και θα γελούσαμε με τη χοντρή μάγισσα με την τεράστια κρεατοελιά στη μύτη. Θα κοντοστεκόμασταν στην ασφυκτικά γεμάτη βάρκα που έπλεε μονάχη μπροστά από τις φλόγες και τους καπνούς. Κι εκεί θα του έλεγα τι έγινε τότε, πριν εκατό χρόνια και πώς βρέθηκε ο ελληνισμός ξεριζωμένος. Και θα συνεχίζαμε να γυρνάμε τις σελίδες, και να βιώνουμε την εναλλαγή συναισθημάτων όπως αυτά αποπνέονται μέσα από τις εικόνες. Και κοιτώντας την τελευταία σελίδα, θα τον ρωτούσα: Eσύ τι πιστεύεις; Είναι καλό;
Για το δεύτερο ερώτημα:
Μακάρι να μπορούσα να έχω διαβάσει όλα τα βιβλία που κυκλοφόρησαν για να έχω μια πιο ολοκληρωμένη άποψη να σας δώσω. Δεν ξέρω αν ξεχωρίζει το δικό μου ανάμεσα στα άλλα, δε θα ήταν και αντικειμενικό αν το έλεγα εγώ αυτό έτσι κι αλλιώς. Προσωπικά ξεχώρισα το Αντίο Σμύρνη, της Ιωάννας Μπαμπέτα. Ίσως να βρήκα και πολλά κοινά με τη δική μου ιστορία και για αυτό να το αγάπησα τόσο. Δυο ιστορίες για την αληθινή, την αγνή φιλία των παιδιών που δεν ξεχωρίζουν εθνικότητες, χρώματα και χαρακτηριστικά. Δυο ιστορίες που προάγουν την αγάπη, με φόντο τη φρίκη του πολέμου. Οξύμωρο μα τόσο ρεαλιστικό. Σκοτάδι και φως. Και κυρίως ελπίδα για έναν καλύτερο κόσμο.
Έτσι μιλά ένας δημιουργός για το πόνημά του κι εμείς, κάπως έτσι, ακούμε και διαβάζουμε. Χάρις στην εξαιρετική εικονογράφηση της Ρένιας Μεταλληνού, όμως, μπορούμε επίσης να νιώσουμε και με τις υπόλοιπες αισθήσεις μας τις δονήσεις της ιστορίας! Μπορούμε να νιώσουμε τη γιαγιά της Μέλης να της χτενίζει τα μαλλιά· μπορούμε να μυρίσουμε τα λουλούδια και να γευτούμε την κανέλα και το λεμόνι που είχαν τα χειροποίητα κουλουράκια της μαμάς· μπορούμε να χαϊδέψουμε την πορσελάνινη κούκλα της γιαγιάς Αϊσέ και να περάσουμε το χέρι μας πάνω από το σκαλιστό μπαούλο που περιέσωσε η οικογένειά της! Όλα τα μπορούμε όταν οι εικόνες είναι τόσο προσεκτικά καμωμένες… Ίσως η ωραιότερη δουλειά της εικονογράφου που έχει φθάσει στα χέρια μου και προσδίδει στο κείμενο – που μόνο ‘εύπεπτο’ δεν το λες – μία παιδικότητα και μία χάρη απαραίτητη για να ταυτιστεί το παιδί ~ αναγνώστης! Το σκληρό εξώφυλλο και το μικρό μέγεθος κάνουν την έκδοση ακόμη πιο όμορφη εν συνόλω!
Ένα βιβλίο που θα αγαπήσετε πολύ για κάθε μικρή του, εσωτερική και εξωτερική, λεπτομέρεια! Αξίζει όχι μόνο να κοσμεί τη βιβλιοθήκη σας, μα να γίνει το μέσο για να γνωρίσουν τα παιδιά σας μια ιστορία που δεν πρέπει να ξεχαστεί!
*Η κριτική της Καλομοίρας Θεοχάρη παρουσιάστηκε πρώτη φορά στη facebook page του αγαπημένου μας βιβλιοπωλείου PickABook!
**photo credits: Eleni Tziouvi