Κανένα άλλο πρόσωπο της ελληνικής γραμματικής δεν έχει διχάσει τόσο τους Έλληνες γονείς όσο το α’ πληθυντικού. Το εμείς που, αν και είναι ζητούμενο σε πολλές κοινωνικές εκφάνσεις, όταν το ξεστομίζει ο γονιός, τότε ενοχλεί, παραξενεύει, τρολάρεται.
Το παραδέχομαι. Ανήκα και εγώ σε αυτή την ομάδα των δύσπιστων του «εμείς». Άκουγα «μπήκαμε στο Πανεπιστήμιο!», και σκεφτόμουν «έλα, μαζί θα καθίσετε στα έδρανα;». Μου έλεγαν «Πήραμε το proficiency» και μέσα μου οργιζόμουν «Όχι, βρε φίλε μου, το παιδί σου το πήρε, όχι εσύ!».
Τα χρόνια πέρασαν, και άρχισα να καταλαβαίνω καλύτερα τη γραμματική και το συντακτικό του Έλληνα γονέα.
Έγινα μαμά και άρχισα και εγώ να χρησιμοποιώ το εμείς.
Βγάλαμε δοντάκι! Γιατί μπορεί το δοντάκι να βγήκε στο στόμα του μωρού, μαζί όμως περάσαμε τους πόνους, τα ξενύχτια, τα δαγκώματα.
Περπατήσαμε! Δικά του τα ποδαράκια, δικά του και τα πρώτα βηματάκια. Το σωστό, σωστό. Ποιος όμως ήταν δίπλα του σε κάθε αποτυχημένη απόπειρα; Ποιος παρακινούσε το παιδί να σηκωθεί, να πιαστεί, να περπατήσει; Ποιος αγωνιούσε μήπως πέσει, και όταν έπεφτε, το σήκωνε για να συνεχίσει;
Κάναμε ράμματα! Γιατί δεν ήταν μόνο του στο νοσοκομείο, γιατί δεν ήταν μόνο του όταν έτρεχαν τα αίματα, γιατί ήσουν εσύ εκεί να το παρηγορήσεις, να δώσεις τις πρώτες βοήθειες, να το ανακουφίσεις μέχρι να αναλάβουν οι γιατροί.
Φάγαμε την πρώτη μας φρουτόκρεμα! Μαντέψτε σε τίνος το πρόσωπο εκσφενδονίστηκαν οι πρώτες κουταλιές μήλο-αχλάδι-μπανάνα. Ε, ναι, μαζί τη φάγαμε την πρώτη φρουτόκρεμα, μισή εσύ, μισή εγώ.
«Πήγαμε σχολείο!». Η αγωνία πώς θα του φανεί, το άγχος αποχωρισμού, οι πρώτες φορές μακριά του, δεν ξεχνιούνται. Μαζί πήγαμε σχολείο, χεράκι-χεράκι. Μόνη μου έκλαψα κρυφά. Μόνη σου χάρηκες ολοφάνερα για τη νέα αυτή εμπειρία.
Και τα χρόνια πέρασαν, και το εμείς έπρεπε να παραμερίσει για να αναδειχθεί το εγώ. Το υπέροχο «ζωγράφισα», «έπαιξα», «γνώρισα μια νέα φίλη», «κέρασα τους φίλους μου», και μετά «έκανα μόνη μου τις ασκήσεις, μπορεί να είναι και λάθος, δεν πειράζει», «βρήκα ένα υπέροχο βιβλίο στη δανειστική βιβλιοθήκη», «βγήκα τρίτη στους αγώνες τρεξίματος», «έφτιαξα πανκέικς», «τσακώθηκα με την κολλητή μου», «πήγα κατασκήνωση», «είδα θέατρο».
Το μεσοδιάστημα του εγώ. Πόσο υπέροχο να βλέπεις να αποκαλύπτεται κάθε πτυχή, κάθε επιθυμία, κάθε ταλέντο του παιδιού σου. Πόσο εκπληκτικό, μα συνάμα, ας το παραδεχτούμε, τόσο δύσκολο για τον γονιό να αφήνει πίσω του το εμείς, να χαίρεται που το παιδί του τα καταφέρνει μόνο του, περνάει υπέροχα και μακριά του, αντιμετωπίζει κάθε πληγή μόνο του.
Με την έφηβη κόρη μου, διανύουμε αυτό το μοναδικό μεσοδιάστημα. Εκείνη μπροστά, εγώ λίγο πιο πίσω. Η ανακάλυψη του εαυτού της. Τα ανοιγμένα φτερά. Τα δειλά ή τολμηρά βήματα μακριά μας.
Σύντομα, πολύ πιο σύντομα από ό,τι ίσως νομίζω, θα έρθει η επιστροφή του α’ πληθυντικού, κάπου εκεί στην Γ’ Λυκείου, όταν θα πούμε «περάσαμε» ή «δεν περάσαμε».
Τι ειρωνεία αλήθεια, και πόσο απότομα αμέσως μετά, το παιδί μας θα γίνει ενήλικας. Και τότε θα εκτιμήσει όλα τα α’ πληθυντικού που ζήσαμε μαζί, και με αυτά για εφόδια και φτερά, θα πετάξει στη δική του ζωή.
Μην το κατηγορείτε άδικα το α’ πληθυντικού. Ανοίγει και κλείνει τα πιο σημαντικά ορόσημα. Κυρίως, όταν αντί να το εκφέρουμε σε μεγαλόστομες φανφανδόρικες προτάσεις, το επικοινωνούμε στα παιδιά μας άφωνα, βαθιά και ουσιαστικά.