Ξέρεις κάποιον γονιό που λέει – και εννοεί – αυτή την ατάκα στο παιδί του στο ξεκίνημα της σχολικής χρονιάς; Γιατί εγώ ξέρω αρκετούς. Ακόμα και αν δεν την ξεστομίζουν, το βαριεστημένο ύφος τους τα πρωινά δηλώνει απερίφραστα την απαξίωσή τους στο σχολείο εν γένει.
Ναι, ναι, ας το παραδεχτούμε, υπάρχουν και αυτοί οι γονείς, κυκλοφορούν ανάμεσά μας, πιθανόν να είναι και φίλοι μας, συγγενείς μας, ή ακόμα ακόμα, να είμαστε και εμείς οι ίδιοι.
Εμείς που περάσαμε δύσκολα στο σχολείο. Που κάναμε αμάν να το τελειώσουμε, που κάθε πρωί σηκωνόμασταν με χίλια ζόρια για να πάμε, που περνούσαμε της ψυχής μας τον τάραχο μην και ο δάσκαλος φωνάξει το όνομά μας να πούμε μάθημα, που δεν μας άρεσε το διάβασμα, που «δεν τα παίρναμε τα γράμματα» όπως έλεγε τότε ο μπαμπάς, που δεν είχαμε κλίση ούτε σε ένα μάθημα ούτε και ταλέντο κανένα, που κοκκινίζαμε όταν σηκωνόμασταν στον πίνακα, που κλαίγαμε μέσα μας αλλά απ’ έξω μας παίζαμε τους άνετους, που δεν μας έκαναν και πολλή παρέα οι δημοφιλείς της τάξης, που οι μόνες μας ωραίες αναμνήσεις ήταν οι κοπάνες, οι εκδρομές και οι αργίες, που τίποτα καλό δεν έχουμε να θυμόμαστε από τα σχολικά μας χρόνια.
Και να που τώρα, γίναμε γονείς, τα παιδιά μας πάνε σχολείο, και όλα τα παραπάνω βγαίνουν ένα-ένα από το σεντούκι των κακών αναμνήσεων, σαν άλλο κληροδότημα, σαν χρέος απλήρωτο.
Δεν ξέρω τι ρόλο μπορεί να παίζει το DNA στο θέμα αυτό. Ξέρω όμως σίγουρα πως όταν δεν υπάρχει ένα υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον, το παιδί θα κληθεί να συνεχίσει την παράδοση του «κακού» σχολείου. Θα θελήσει να αποδείξει έμπρακτα ότι ναι, μοιάζει με τον μπαμπά ή τη μαμά του, συνεχίζοντας την παράδοση, προσπαθώντας να βρει την ασφάλεια μέσα από αυτή την ταύτιση.
Γιατί να προσπαθήσει για κάτι καλύτερο, γιατί να πάει με κέφι στο σχολείο, γιατί να αποδείξει ότι αυτός είναι διαφορετικός, ότι είναι καλύτερος; Πώς να γκρεμίσει μεμιάς το μεγαλύτερο πρότυπό του, τον γονιό του;
Θελημένα ή αθέλητα, μεταφέρουμε όλοι μας στα παιδιά μας την εμπειρία μας από το σχολείο.
Χρειάζεται προσπάθεια να μην συγχέουμε τη δική μας παιδική ηλικία με αυτή των παιδιών μας.
Χρειάζεται θάρρος να αποδεχτούμε ότι οι νέες γενιές είναι καλύτερες από τη δική μας, σε πολλούς τομείς.
Χρειάζεται σθένος να αποδεχτούμε ότι οι δικοί μας γονείς πιθανόν δεν ήξεραν πώς να χειριστούν καταστάσεις, δεν προλάβαιναν καν να ασχοληθούν τόσο πολύ με μας, ίσως η καρτέλα με τους βαθμούς και τις απουσίες ήταν η μοναδική απόδειξη για το πώς περνούσαμε στο σχολείο.
Υπάρχει, βέβαια, και ο αντίποδας. Οι γονείς που δεν τα κατάφεραν τόσο καλά στο σχολείο, στην ενήλικη όμως ζωή τους τα κατάφεραν περίφημα. Παλιοί μου συμμαθητές, πάντα αδιάβαστοι τότε, βρήκαν την κλίση τους, εργάστηκαν σκληρά, έγιναν άριστοι στο αντικείμενό τους, δημιούργησαν οικογένεια, ώθησαν τα παιδιά τους να διαβάσουν, να περάσουν στη σχολή της προτίμησής τους.
Τους παραδέχομαι ένα κομμάτι παραπάνω αυτούς τους γονείς. Αυτούς που άφησαν πίσω τους τις αρνητικές δικές τους σχολικές αναμνήσεις, και κοίταξαν τα παιδιά τους στα μάτια καταλαβαίνοντας ότι το μόνο που χρειάζονται είναι ενθάρρυνση, πίστη στις δυνατότητές τους, και αγάπη, πολλή, πολλή αγάπη.
Γιατί, το ξέρουμε καλά, στο τέλος της ημέρας, είτε ήμασταν πρώτοι είτε τελευταίοι στο θρανίο, τα παιδιά μας το μόνο που επιζητούν είναι η αποδοχή, η κατανόηση και η δίχως όρια αγάπη μας.