Πριν σχεδόν ένα χρόνο με αφορμή μια δημοσίευση στα social media της Ελεονώρας Μελέτη για τη δική της γιαγιά, αποφάσισα να σας μιλήσω για τη γιαγιά μου, τη νόνα μου όπως έμαθα να την αποκαλώ από παιδί καθώς έτσι φωνάζουν τη γιαγιά στα Επτάνησα από όπου καταγόταν και η ίδια. Ένα χρόνο μετά, σας γράφω ξανά για εκείνη, αλλά αναγκασμένη πλέον να χρησιμοποιήσω παρελθοντικό χρόνο καθώς πριν περίπου 6 μήνες έφυγε από την ζωή. Και μαντέψτε, η άνοιά της για την οποία σας έγραφα πριν ένα χρόνο ήταν εκείνη τελικά που την οδήγησε ίσως πιο γρήγορα στο ταξίδι της αιωνιότητας.
Η νόνα μου θα είναι πάντα ένα τεράστιο κεφάλαιο της ζωής μου. Είναι ένα από τα θεμέλια της ζωής και της προσωπικότητας που έχω διαμορφώσει μέχρι σήμερα. Έχω και το όνομά της! Η νόνα μου ήταν καθηγήτρια, φιλόλογος, και σε σχετικά νεαρή ηλικία είχε διατελέσει Γυμνασιάρχης και αργότερα Λυκειάρχης στη Σχολή Χιλλ, ένα φημισμένο ιδιωτικό σχολείο, τότε μόνο θηλέων, στην οδό Θουκυδίδου, όπου εδρεύει και σήμερα. Ήταν πραγματικά αυτό που λέμε “άνθρωπος των γραμμάτων” και κάπως τελικά μαγικά με ώθησε και εμένα να ακολουθήσω αυτό τον δρόμο των ανθρωπιστικών επιστημών με κυρίαρχο εργαλείο μου πάντα τον λόγο, είτε γραπτό είτε προφορικό. Η άνοια δυστυχώς όμως δεν της επέστρεψε να καταφέρει να με δει να εργάζομαι και να εξελίσσομαι με τις βάσεις που μου πρόσφερε εκείνη. Δεν κατάφερε ποτέ να μάθει, να ακούσει, να καταλάβει και να διαβάσει ακόμα και το Businessmum.gr. αλλά είμαι σίγουρη πως θα το ήθελε πολύ και τόσο με τις συμβουλές και τις διορθώσεις της θα το διάβαζε αν μπορούσε.
Ήταν ένας από τους ανθρώπους που μοιράστηκα τα πάντα, έμαθα δίπλα της τόσα πολλά, πώς να συμπεριφέρομαι, να παρατηρώ, να συναναστρέφομαι με άλλους ανθρώπους, να συζητώ, να προβληματίζομαι, να αντιμετωπίζω το καθετί, να προοδεύω και να ζω.
Αυτός ο άνθρωπος που προσπάθησα μέσα σε λίγες μόνο γραμμές να σας γνωρίσω, η νόνα μου, η γιαγιά Ήβη, τα τελευταία χρόνια υπήρχε ουσιαστικά μόνο ως σώμα. Ζούσε, αλλά ήταν και σαν να μην ζει. Υγιέστατη από παθολογικής πλευράς αλλά χωρίς το μεγαλύτερο αγαθό του ανθρώπου, το μυαλό του και την επικοινωνία, ένα βράδυ του Ιουλίου σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου με αφυδάτωση και οργανική ανεπάρκεια έβαλε την τελευταία τελεία της ζωής της. Η άνοια την έφτασε στο σημείο, όσο αδύνατο και περίεργο αν σας φαίνεται να ξεχάσει πως τρώει και πίνει νερό με αποτέλεσμα κανένας ορός να μην μπορέσει πια να την επαναφέρει. Η άνοια μάλλον τελικά την σκότωσε πρώτα πνευματικά και μετά και σωματικά.
Δεν μπόρεσα να καταλάβω ποτέ πως τελικά παρατηρούσε τον κόσμο και αντιδρούσε σε ερεθίσματα, όταν με κοιτούσε να της μιλάω και χωρίς να μου δίνει καμία απάντηση. Ποτέ δεν μπόρεσα να επιβεβαιώσω αν τελικά με αναγνώριζε, αν με θυμόταν, αν ήξερε ποια ήμουν.
Η γιαγιά μου έπασχε και πέθανε από άνοια. Δεν ήξερα, και δεν ξέρω ακόμα, αναλυτικά να σας πω τι είναι η άνοια, πώς προκαλείται και γιατί. Και δεν με ενδιαφέρει αυτό και πολύ. Ελάχιστα, και όσα θέλω, έχω συγκρατήσει και απλά προσπάθησα να μάθω να ζω με αυτή, όπως και έκανα μέχρι και που έφυγε από την ζωή. Η άνοια, όσο περίεργο και αν σας φαίνεται, παρουσιάζεται αρκετά συχνά στους πιο ευφυείς ανθρώπους και εκδηλώνεται διαφορετικά σε κάθε άτομο. Η γιαγιά μου ήταν η περίπτωση που η άνοια είχε επηρεάσει την ομιλία και γενικότερα την επικοινωνία της με τον κόσμο. Δεν έμαθε κανείς τι μπορεί να σκεφτόταν και τι τελικά αντιλαμβανόταν με όσα έβλεπε γύρω της τα τελευταία χρόνια της ζωής της.
Δεν κατάφερα ουσιαστικά να μοιραστώ τίποτα μαζί της τα τελευταία χρόνια. Δεν μπορούσε να χαρεί μαζί μου, να στεναχωρηθεί, να προβληματιστεί, να με βοηθήσει με μια άποψη, μια συμβουλή. Απλά υπήρχε. Υπήρχε με άνοια. Πλέον δεν υπάρχει και αυτό πονάει και δεν αλλάζει.
Με κοιτούσε στοργικά, γεμάτη αγάπη. Με παρατηρούσε κάθε φορά σαν να με έβλεπε πρώτη φορά αλλά σαν κάπως να με ήξερε από κάπου. Δεν απαντούσε αλλά μου χαμογελούσε ή με χάιδευε τρυφερά. Ήταν η γιαγιά μου έστω και με άνοια.
Αν, λοιπόν, τύχει ένα δικό σας αγαπημένο πρόσωπο να εμφανίσει άνοια και η κατάσταση είναι μη ανατρέψιμη, θα σας έλεγα να μην ταλαιπωρηθείτε στο πώς και στο γιατί, αλλά να επικεντρωθείτε στον άνθρωπό σας για όσο τον έχετε κοντά σας. Αποδεχτείτε τον και σε αυτή τη νέα και τόσο περίεργη κατάστασή του, και καθίστε δίπλα του, να μην νιώθει έστω μόνος, ακόμα και αν δεν μπορεί να αλληλεπιδράσει μαζί σας.
Αποδεχτείτε την άνοια και ζήστε με αυτό κοντά στον άνθρωπό σας. Γιατί θα είναι πάντα ο άνθρωπός σας ακόμα και σε αυτή τη κατάσταση. Αυτό έκανα και εγώ. Συνέχισα να πηγαίνω στη γιαγιά μου ακόμα και αν δεν με αναγνώριζε, να σκύβω δίπλα στην πολυθρόνα της περιμένοντας την αγκαλιά που δεν μου έκανε. Της μιλούσα για όσα έκανα, για τα κατορθώματα της κόρης μου, για την οικογένειά μου, για όσα αντιμετωπίζω, ακόμα και αν μου έλειπε η αντίδρασή της.
Και κάπως έτσι ήταν και η τελευταία μας κουβέντα, το τελευταίο αντίο που εκείνη δεν κατάλαβε μάλλον ποτέ. Μέσα από μια βιντεοκλήση λόγω των μέτρων προστασίας του covid 19 στα νοσοκομεία, όταν τα μηχανήματα επιβεβαίωναν με τις χαμηλές τιμές των μετρήσεων πως φεύγει από ώρα σε ώρα με κοιτούσε ανέκφραστη αλλά γλυκιά να της μιλάω και να την αποχαιρετώ. Η άνοια πλέον ήξερα πως μας χωρίζει για πάντα αλλά ακόμα και έτσι θα είναι πάντα η γιαγιά μου, η νόνα μου που και με άνοια ήταν ο άνθρωπος μου.
Η άνοια με έκανε να χάσω την γιαγιά μου αλλά και να καταλάβω πόσο δυνατός είναι αυτός ο δεσμός που θα μας ενώνει για πάντα!