Το 1977 το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων γνωστό ως ICOM, για να αναδείξει τον ρόλο των μουσείων στην σύγχρονη κοινωνία, όρισε την 18η Μαΐου ως Διεθνής Ημέρα των Μουσείων. Σήμερα, λοιπόν με αφορμή την Διεθνή Ημέρα των Μουσείων, σε όλη την Ελλάδα η είσοδος στα Μουσεία και στους Αρχαιολογικούς Χώρους θα είναι δωρεάν προς το κοινό, ενώ παράλληλα πολλά μουσειακά ιδρύματα διοργανώνουν πλήθος εκδηλώσεων αναφορικά με την σημερινή ημέρα. Αρχικά, θα σας παραθέσω κάποιες βασικές πληροφορίες σχετικά με τα μουσεία, για την ιστορία τους και τον ρόλο τους, ενώ ακόμη, θα αναφερθώ και σε 3 από τα 5 μεγαλύτερα, δημόσια μουσεία της χώρας μας, τα οποία έχουν ξεχωρίσει για τα τεράστιο μέρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς περιλαμβάνουν.
Στην κλασική αρχαιότητα ο όρος μουσείο αντιπροσώπευε τον ναό των Μουσών, δηλαδή τον ναό που ήταν αφιερωμένος στις Μούσες, τις προστάτιδες των γραμμάτων και των τεχνών. Η λέξη “μουσείον”, της κλασικής εποχής, χαρακτήριζε τις Φιλοσοφικές Ακαδημίες, όπως ήταν η Ακαδημία του Πλάτωνα και το Λύκειο του Αριστοτέλη. Αυτές λειτουργούσαν ως κέντρα έρευνας και μελέτης των επιστημών, δηλαδή ως χώροι άνθισης των γραμμάτων για αυτό και προστατεύονταν από τις Μούσες. Ο όρος μουσείο εμφανίστηκε για πρώτη φορά την Ύστερη Αναγέννηση, αλλά δεν χαρακτήριζε μια συλλογή αντικειμένων, αλλά υποδήλωνε μεταφορικά την παραγωγή και την ταξινόμηση της γνώσης. Τα πρώτα δημόσια μουσεία εμφανίστηκαν τον 18ο αιώνα και αυτά δεν ήταν αλλά από το Λόυβρο της Γαλλίας και το Βρετανικό Μουσείο της Αγγλίας.
Σήμερα, ο βασικός ορισμός για τα μουσεία σήμερα προκύπτει από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων ICOM και ορίζει το μουσείο ως «ένα μη κερδοσκοπικό, μόνιμο ίδρυμα στην υπηρεσία της κοινωνίας, που έρευνα, συλλέγει, συντηρεί, εκθέτει και ερμηνεύει την υλική και αυλή κληρονομιά. Το μουσείο είναι ανοιχτό προς το κοινό, προσβάσιμο χωρίς αποκλεισμούς, προωθεί την ποικιλομορφία και την βιωσιμότητα, ενώ επίσης τα μουσεία λειτουργούν και επικοινωνούν ηθικά, επαγγελματικά και με την συμμετοχή της κοινότητας, προσφέροντας ποικίλες εμπειρίες για εκπαίδευση, προβληματισμό, απόλαυση και ανταλλαγή γνώσεων». Ο παραπάνω ορισμός προέκυψε το 2022 στο Διεθνές Συνέδριο της ICOM και συμφιλίωσε σε μεγάλη βαθμό τις αντίθετες απόψεις που υπήρχαν τα προηγούμενα χρόνια .
Στην χώρα μας το πρώτο Εθνικό Μουσείο Ιδρύθηκε το 1829, στην Αίγινα έπειτα από ψήφισμα του Ιωάννη Καποδίστρια. Τα επόμενα χρόνια, σταδιακά η παρουσία των μουσείων αυξάνεται, ενώ στη σύγχρονη ιστορία κομβικό έτος θεωρείται το 2004, καθώς πολλά κρατικά αρχαιολογικά μουσεία, έπειτα από ένα χρονικό διάστημα που ήταν κλειστά,[ώστε να μπορέσουν να ανακαινιστούν κτηριακά και να επανεκθέσουν τις συλλογές τους], άνοιξαν ξανά τις πόρτες τους στο κοινό. Η χώρα μας, όπως είναι γνωστό έχει στην κατοχή της μια πληθώρα μουσείων, ιδιωτικών και δημόσιων, υπάρχουν όμως 5 δημόσια μουσεία τα οποία ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα, καθώς περιλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος των θησαυρών της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας μας. Φυσικά και αναφέρομαι στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας, στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης, στο Αρχαιολογικό Mουσείο του Ηρακλείου, στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο και στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού. Ας ρίξουμε λοιπόν μια ματιά στους θησαυρούς που εκθέτουν και διαφυλάσσουν 3 από τους 5 βασικούς πυλώνες της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ιδρύθηκε το 1829. Αποτέλεσε το πρώτο Μουσείο που ιδρύθηκε στο ελληνικό κράτος μετά τον επαναστατικό αγώνα και την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον Οθωμανικό ζυγό. Η αρχική του έδρα ήταν στην Αίγινα, την πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδας. Με τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα το 1834, μεταφέρθηκε και η έδρα του Μουσείου. Οι αρχαιότητες στεγάστηκαν σε διάφορα κτίρια και μνημεία.Το 1889, το Μουσείο άνοιξε τις πύλες του στο κοινό, παρουσιάζοντας τις μόνιμες εκθέσεις του, που αποτελούνταν τότε από τμήματα της σημερινής Συλλογής Προϊστορικών Αρχαιοτήτων και της Συλλογής Γλυπτών. Κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ού αιώνα το Μουσείο εμπλουτίστηκε με πολλές αρχαιότητες που προέρχονταν από ανασκαφικές έρευνες σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας.Από τη δεκαετία 1980 μέχρι σήμερα, το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο πραγματοποιεί θεματικές ή διαχρονικές περιοδικές εκθέσεις, με πολλά και ενδιαφέροντα θέματα.
Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης
Το 1925 παραχωρείται στην Αρχαιολογική Υπηρεσία το Γενή Τζαμί, «το νεότερο τζαμί»,της άλλοτε τουρκοκρατούμενης Θεσσαλονίκης. Το Γενί Τζαμί θα αποτελέσει το πρώτο μουσείο της πόλης, όπως το δηλώνει και η επιγραφή που έχει απομείνει στην προμετωπίδα του.Το 1950 παραχωρήθηκε ένα μεγάλο οικόπεδο σε κεντρικό σημείο της Θεσσαλονίκης, στην Πλατεία Χ.Α.Ν.Θ. , εκεί δημιουργήθηκε το νέο μουσείο το οποίο εγκαινιάστηκε το 1962 με κάθε επισημότητα, μαζί με τις γιορτές για την επέτειο των πενήντα χρόνων από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης.Μετά από μία μακρά περίοδο εργασιών απαραίτητων για την αναδιοργάνωση των χώρων έκθεσης, αποθήκευσης, συντήρησης και διοίκησης, το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης άνοιξε τις πύλες του στο κοινό τον Σεπτέμβριο του 2006. Από τότε μέχρι σήμερα το μουσείο λειτουργεί με πέντε νέες θεματικές εκθέσεις, οι οποίες έχουν ανθρωποκεντρική προσέγγιση, έντονο διδακτικό χαρακτήρα, εστιάζοντας πάντα στον άνθρωπο, τόσο ως δημιουργό των τεχνουργημάτων, όσο και ως σύγχρονο θεατή-επισκέπτη.
Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου.
Το 1904-1907 κατασκευάστηκε η πρώτη μουσειακή αίθουσα,στη θέση όπου ήταν τα ερείπια της ονομαστής βενετικής μονής του Αγίου Φραγκίσκου, δίπλα στο Χουνκιάρ Τζαμί. Το 1908, μετά την προσθήκη μίας δεύτερης αίθουσας, ολοκληρώθηκε η μεταφορά των αρχαιοτήτων από τους Στρατώνες. Το 1912, το μικρό αυτό κτίσμα πήρε τη μορφή κλασικιστικού κτηρίου με την προσθήκη της δυτικής πτέρυγας. Το Μουσείο σταδιακά περιέλαβε τα ευρήματα των μεγάλων ανασκαφών που διεξάγονταν σε όλο το νησί από Έλληνες και ξένους ερευνητές.Το 2014, μετά την ολοκλήρωση εκτεταμένου προγράμματος κτηριακής ανακαίνισης και επανέκθεσης των συλλογών, που υλοποιήθηκε με χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το Μουσείο Ηρακλείου, ανανεωμένο και με σύγχρονη αισθητική, άνοιξε ξανά τις πύλες του για το κοινό.
Τα μουσεία είναι αδιάσπαστο κομμάτι του πολιτισμού μιας χώρας, αφού ο βασικότερος σκοπός τους είναι να διαφυλάσσουν, να συντηρούν και να προβάλουν την υλική κληρονομιά του πολιτισμού. Μέσα από ένα μουσείο ο άνθρωπος μπορεί να διευρύνει τους πνευματικούς του ορίζοντες, να ενημερωθεί , να ψυχαγωγηθεί, να προβληματιστεί και φυσικά να έρθει σε άμεση επαφή με τον πολιτισμό. Στην χώρα μας έχουν ανθίσει μοναδικοί πολιτισμοί και για καλή μας τύχη, μεγάλο μέρος από τα υλικά τους κατάλοιπα, βρίσκονται στις αίθουσες των μουσείων της χώρας μας, περιμένοντας μας να τα επισκεφτούμε.
Ας σταματήσει πλέον αυτή η άποψη, ότι τα μουσεία είναι ένας βαρετός χώρος που αρέσει μόνο σε λίγους. Ήρθε επιτέλους η ώρα να τα εντάξουμε στην καθημερινότητα μας, ως ένα ταξίδι εξερεύνησης της ιστορίας του πολιτισμού της χώρας μας.